Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018


      
















         Εθνική επέτειος σε εθνική καταχνιά

«…Ευγνωμονούμε οι Έλληνες γενικώς τους φιλανθρώπους υπηκόους σας, έχομεν χάριτες εις αυτούς τους ευεργέτες μας. Καμία χάρη όμως σ’ εσάς τις ανεμοδούρες, τις διαφταρμένες μηχανές δεν έχομεν. Οι τίμιοι άνθρωποι να μην σας ακούσουνε, ούτε το καλόν σας θέλουν να τους κάμετε. Ας σας ευγνωμονήσουνε εκείνοι που τους δώσατε τα δάνεια και τα φκειάσαν λούσια και πολυτέλειες κι άλλα τοιούτα. Εκείνων εκάματε καλό με τα δάνειά σας, του Αρμασπέρη, του Κωλέττη, του Μαυροκορδάτου, του Μεταξά και συντροφιές τους. Δεν θέλω σας ξέρει ούτε να σας ακούσω. Από όλα αυτά η πατρίδα κλονίζεται, από τις οδηγίες τις πατρικές των πρέσβεων και δικών μας ξενολατρών…» (Ο  Μακρυγιάννης για τις Μεγάλες δυνάμεις της εποχής και τα ντόπια ανδρείκελά τους)

ΑΝ ΑΛΛΑΞΟΥΜΕ τα ονόματα του Αρμασπέρη (Άρμανσμπεργκ) και των άλλων με τα ονόματα των σύγχρονων ΝΑΤΟδουλων και Ευρώδουλων πολιτικών μας που όχι απλά «κλονίζουν» αλλά κατεδαφίζουν  τη χώρα, η με πόνο ψυχής περιγραφή του Μακρυγιάννη, ανταποκρίνεται πλήρως και στη σημερινή πραγματικότητα που βιώνουμε στην πατρίδα μας. Ο δοσιλογισμός, η εθελοδουλεία, η υποτέλεια των ντόπιων εξουσιαστών στους εκάστοτε καταχτητές και στις συμμορίες των  δανειστών καλά κρατούν τα τελευταία 600 χρόνια (400 τουρκική κατοχή και 200 «ανεξαρτησία»). Αυτήν ακριβώς την ανθελληνική, φιλοτουρκική και φιλοευρωπαϊκή στάση του μεγαλύτερου μέρους των εγχώριων πολιτικών, εκκλησιαστικών και οικονομικών παραγόντων επιδιώκει το επίσημο κράτος μας να αποσιωπήσει ή να παραχαράξει στη διδασκαλία της νεότερης Ιστορίας μας. Γι αυτό και περιορίζουν τον ξεσηκωμό του Γένους σε ένα αφήγημα  που αν δεν εξυμνεί, δικαιολογεί ή αθωώνει τους τότε - ελέω Σουλτάνου - εξουσιαστές του λαού (κοτζαμπάσηδες και Δεσποτάδες), που παρέμειναν οι ίδιοι, συνεχίζοντας την αντιλαϊκή τους πολιτική και μετά την Επανάσταση. Στην επίσημη ιστορία που διδάσκεται στα σχολειά μας, έχει καταγραφεί σαν ημερομηνία έναρξης της Επανάστασης, η 25η Μαρτίου, καθόλου τυχαία, αλλά για να συμπίπτει με την ημέρα που η ορθόδοξη Εκκλησία γιορτάζει τον Ευαγγελισμό της Παναγίας. Και μάλιστα, για να επιβάλουν την ιδέα της καθοριστικής συμμετοχής  της εκκλησιαστικής ηγεσίας στον Αγώνα, διδάσκουν ότι η έναρξη του ξεσηκωμού σηματοδοτήθηκε από την «ύψωση του λαβάρου της Επανάστασης» στην Αγία Λαύρα από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, παρουσία λίγων οπλαρχηγών. Χονδροειδή ψεύδη της επίσημης κρατικής ιστοριογραφίας, αφού όλοι οι ιστορικοί δέχονται ότι η Επανάσταση ξεκίνησε στην Καλαμάτα στις 23 Μαρτίου, και ο Π.Π Γερμανός στις 25 Μαρτίου δεν βρισκόταν στη Αγία Λαύρα αλλά στην Πάτρα, όπου ο λαϊκός ηγέτης Π. Καρατζάς, είχε σηκώσει την σημαία της Επανάστασης ήδη από τις 21 Μάρτη. Ο Π.Π Γερμανός αποφάσισε να «ευλογήσει» τα όπλα μόνο αφότου η Επανάσταση είχε ξεσπάσει και απλωθεί για τα καλά. Αναγκάστηκε δε γι αυτό διότι ο λαός και ο απλός κλήρος δεν άκουγαν τις νουθεσίες του ραγιαδισμού και αγνοούσαν τις φοβέρες και αφορισμούς κατά της Επανάστασης, που εξέπεμπαν ο Πατριάρχης και οι Δεσποτάδες.  Ωστόσο, λόγοι σκοπιμότητας επέβαλαν τη σύνδεση της έναρξης της εξέγερσης με μια σημαντική εκκλησιαστική γιορτή με τη συμμετοχή και της εκκλησιαστικής ηγεσίας, καθώς ο εκκλησιαστικός μηχανισμός και η καταλυτική επιρροή του στις πάμπτωχες και αμαθείς μάζες, θα ήταν  απαραίτητα στηρίγματα της νέας εξουσίας που θα διαμορφωνόταν μετά την Επανάσταση. Η 25η Μαρτίου λοιπόν, καθιερώθηκε «εις το διηνεκές», όπως γράφει το βασιλικό διάταγμα του 1838, σαν ημέρα έναρξης της Επανάστασης, από τον «ελέω Θεού» Βαυαρό βασιλιά Όθωνα και την ντόπια και ξένη καμαρίλα του. Όμως, εντελώς «καθαρή». Απαλλαγμένη δηλαδή, από τις ιδέες της αυθεντικής λαϊκής εξέγερσης, αλλά χρωματισμένη με τους θρησκευτικούς μύθους της «Υπερμάχου Στρατηγού» που πρωτοστατεί στους αγώνες του έθνους.  Μια επέτειος δηλαδή ρετουσαρισμένη, ώστε να είναι χρήσιμη στην κυρίαρχη αστική τάξη και στους θεσμούς της (Εκπαίδευση, Εκκλησία, Στρατός), προκειμένου να θωρακιστεί η εξουσία της από τις «ανίερες» εθνικοαπελευθερωτικές και κοινωνικές ιδέες των εξεγερμένων.  Γιατί στην Επανάσταση ούτε «εθνική ομοψυχία» υπήρξε, ούτε «όλοι μαζί» πορεύτηκαν, όπως επίμονα διακηρύττουν οι εκάστοτε εκπρόσωποι της εξουσίας. Αυτοί ειδικά, που πάντα απουσιάζουν και από το «όλοι και από το «μαζί», καθώς η θέση τους είναι μόνιμα με τον καταχτητή για την διατήρηση και ενίσχυση των προνομίων τους.

ΑΠΟ ΤΗΝ  Επανάσταση του ’21 η Ελλάδα δεν βγήκε με ένα λαϊκό πολιτικό καθεστώς όπως το ονειρεύτηκαν οι πολεμιστές - λαϊκοί ήρωες και οι ελάχιστοι φωτισμένοι διανοούμενοι της εποχής που τη στήριξαν. Βγήκε με την επιβολή από τις μεγάλες δυνάμεις, κυρίως την Αγγλία, ενός αστικοτσιφλικάδικου καθεστώτος υπό την συνεχή εποπτεία της. Έτσι, με το τέλος της Εθνεγερσίας, διαμορφώθηκαν τρία κόμματα στο μικρό γεωγραφικό χώρο, που με το πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830, ορίστηκε από Αγγλία-Γαλλία-Τσαρική Ρωσία, σαν Ελληνική επικράτεια. Το «Αγγλικό κόμμα», που εκπροσωπούσε το νησιώτικο εφοπλιστικό κεφάλαιο, το «Γαλλικό» που εκπροσωπούσε τους καπεταναίους της Ρούμελης και το «Ρωσικό» που εκπροσωπούσε μια συμμαχία Πελοποννησίων γαιοκτημόνων και οπλαρχηγών. Τελική κατάληξη του ανταγωνισμού αυτών των αντιτιθέμενων σχηματισμών, υπήρξε η κοινωνική επικράτηση μιας ολιγάριθμης αλλά ασύδοτης και ανελέητης  πλουτοκρατίας που ταύτισε τα συμφέροντά της με τα συμφέροντα της Αγγλικής πλουτοκρατίας, και κληροδότησε στο λαό μας μια τραγική ιστορία σκλαβωμένης λευτεριάς. Από τότε μπήκαν τα θεμέλια των κομμάτων – μαγαζιών με τους ψηφοφόρους – πελάτες. Νικητής αναδείχθηκε το αγγλικό «μαγαζί», που διαθέτοντας  το περισσότερο χρήμα (λόγω των δανείων), είχε τη μεγαλύτερη πελατεία, κυβέρνησε συνεχώς τον τόπο, με συνέπεια τον απόλυτο έλεγχο της χώρας από το αγγλικό κεφάλαιο, μέχρι και τον Β’ ΠΠ. Έκτοτε την πρωτοκαθεδρία πήραν το Αμερικανικό και Ευρωπαϊκό κεφάλαιο που βρίσκοντας πρόθυμους Μαυροκορδάτους έφεραν τη χώρα στη σημερινή κατάσταση πτώχευσης και ανυποληψίας. Κάθε τόσο λοιπόν και με διαφορετική αφορμή, ο ελληνικός λαός έρχεται αντιμέτωπος με ένα δίλημμα που έχει τεθεί από τον πρώτο εμφύλιο 1823-25: Με τον Μαυροκορδάτο ή με τον Κολοκοτρώνη;   Μέχρι τώρα, τον ξεγελούν και πάει με τον Μαυροκορδάτο. Μετά όμως και την πρωτόγνωρη Συριζαϊκή εξαπάτηση, ας στραφεί προς τον δρόμο του πατριωτισμού, της αξιοπρέπειας και της κοινωνικής δικαιοσύνης,  το δρόμο του Κολοκοτρώνη.

                                                 Κ. Α. Αποστολόπουλος

                                         Δημοτικός σύμβουλος Μεσσήνης


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου