Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2018


          

















ΕΞΩ αι ΗΠΑ – ΕΞΩ το ΝΑΤΟ

Η αδιαφορία επενεργεί δυναμικά στην ιστορία. Επενεργεί και παθητικά, ωστόσο επενεργεί. Είναι το πεπρωμένο. Είναι κάτι που δεν μπορούμε να βασιστούμε επάνω του, είναι κάτι που ανατρέπει τα προγράμματα, που αντιστρέφει τα καλύτερα καταστρωμένα σχέδια, είναι η ακατέργαστη ύλη που εξεγείρεται ενάντια στη νόηση και την πνίγει. Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, το πιθανό καλό που μια ηρωική πράξη μπορεί να γεννήσει, δεν οφείλεται τόσο στην πρωτοβουλία των λίγων που ενεργούν, όσο στην αδιαφορία, στην απουσία των πολλών. Αυτό που συμβαίνει, δεν συμβαίνει τόσο γιατί μερικοί θέλουν να συμβεί, όσο γιατί η μάζα των ανθρώπων παραιτείται από τη θέλησή της, αδιαφορεί, αφήνει να μαζεύονται οι κόμποι που έπειτα μόνο το σπαθί θα μπορέσει να κόψει. Αφήνει να θεσμοθετούνται οι νόμοι που έπειτα μόνο η εξέγερση θα καταλύσει, αφήνει  ν’ ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που έπειτα μόνο μια εξέγερση θα τους ανατρέψει. Το πεπρωμένο που φαίνεται να κυριαρχεί στην ιστορία δεν είναι τίποτα άλλο παρά το απατηλό πρόσχημα αυτής της αδιαφορίας, αυτής της απουσίας. (Αντόνιο Γκράμσι, ιδρυτής του Ιταλικού ΚΚ το 1921)

 Η ΧΟΥΝΤΑ των συνταγματαρχών, απόρροια της ψυχροπολεμικής, αντισοβιετικής υστερίας των ΗΠΑ, ήταν το μέσο που επέλεξε η CIA για να καθησυχάσει το εγχώριο  και διεθνές κεφάλαιο της εποχής, προκειμένου να το διαβεβαιώσει ότι η Ελλάδα, παρά το πολιτικό χάος που σκόπιμα η ίδια είχε δημιουργήσει στη χώρα, θα παραμείνει στη Δύση και δεν υπάρχει φόβος για τις επενδύσεις και την κερδοφορία τους.  Με πρόσχημα το χάος και την ακυβερνησία, ενεργοποιήθηκε το σχέδιο «Προμηθεύς» (αντιμετώπιση Σοβιετικής εισβολής στην Ελλάδα) και τα τάνκς ξεχύθηκαν στην χώρα όχι για τους Σοβιετικούς αλλά για τους ίδιους τους κατοίκους της. Ρίξανε όλο το φταίξιμο στην Αριστερά, που τους δημιουργούσε αναστάτωση και χασούρα με τις κινητοποιήσεις των εργαζόμενων, και με πρόσχημα την «αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου», έθεσαν τέρμα στις κινητοποιήσεις, διέλυσαν τα συνδικάτα και τα πολιτικά κόμματα, φίμωσαν τον τύπο, δημιουργώντας τη απόλυτη σιγή και πειθαρχία που χρειάζονται οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι για να κάνουν επενδύσεις και να αναπτύξουν την κερδοφορία τους σε βάρος των εργαζομένων. Θέμα χρόνου λοιπόν, ήταν να αναπτυχθούν κινήσεις και δράσεις ενάντια σε ένα τόσο καταπιεστικό καθεστώς. Το Πολυτεχνείο ήταν η κορυφαία αντιδικτατορική κίνηση που δρομολόγησε την πτώση της αμερικανοκίνητης χούντας. Τα συνθήματα - απαιτήσεις της εξέγερσης του Πολυτεχνείου για ΨΩΜΙ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ και ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, παραμένουν και σήμερα ζητούμενα,  μαζί με τα ΕΞΩ αι ΗΠΑ, ΕΞΩ το ΝΑΤΟ, που ήταν γραμμένα στην κύρια είσοδο του Ιδρύματος.  Τα τελευταία ήταν τα συνθήματα που θα μας θυμίζουν πάντα τους βασικούς ενόχους της τραγωδίας της πατρίδας μας, ιδιαίτερα τα τελευταία 70 χρόνια. Αυτοί επιβράβευσαν το Δοσιλογισμό, προκάλεσαν τον εμφύλιο, την Χούντα, το Κυπριακό, τα Μνημόνια. Σήμερα, θα μπορούσαν, στα τότε συνθήματα, να προστεθούν νέα, που θα αναφέρονταν στη συρρίκνωση της δημόσιας  Υγείας,  Παιδείας, Ασφάλισης, την διάλυση των εργασιακών σχέσεων, στους μισθούς και συντάξεις πείνας, την φοροληστεία, την εκποίηση της κρατικής περιουσίας, την υπερχρέωση κλπ. Αλλά οι αστοί πολιτικοί, για δεκαετίες τώρα καπηλεύονται το Πολυτεχνείο, θεσμοποιώντας τον ξεσηκωμό του 1973, αφού πρώτα τον μουμιοποίησαν και του προσέδωσαν φολκλορικά γνωρίσματα εντελώς ξένα προς το αντιφασιστικό-αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του. Εκείνο όμως, που περισσότερο εξοργίζει και λυπεί τον κόσμο, είναι ότι πολλοί απ’ αυτούς που ηγήθηκαν της εξέγερσης, ως μέλη της Συντονιστικής Επιτροπής, και ανήκαν στις παρατάξεις του ΠΑΚ (μετέπειτα ΠΑΣΟΚ), του ΡΗΓΑ ΦΕΡΑΙΟΥ (οργάνωση του ευρωκομμουνιστικού ΚΚΕ.εσ, που αποσχίστηκε από το ΚΚΕ) και  της αριστερίστικης ΑΑΣΠΕ, αξιοποίησαν στην μεταπολίτευση την εκεί συμμετοχή τους και επιδεικνύοντας περγαμηνές «αντίστασης» κατά της χούντας, στελέχωσαν το ΠΑΣΟΚ , αργότερα τον ΣΥΝ- που μετεξελίχτηκε στον ΣΥΡΙΖΑ- και πρωτοστάτησαν για δεκαετίες στην πολιτική ζωή της χώρας, υπηρετώντας πιστά το σύστημα που κάποτε υποτίθεται πολέμησαν.

ΣΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ συγκεντρώθηκε μεγάλος αριθμός νέων, φοιτητών κυρίως, οργισμένων όχι μόνο από την αποτρόπαιη πολιτική του δικτατορικού καθεστώτος, αλλά και από την γκανγκστερική συμπεριφορά των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ -  Σιωνιστικού Ισραήλ, σε βάρος πολλών λαών της ανθρωπότητας. Θύματα των ΗΠΑ εκείνο τον καιρό ήταν το Βιετνάμ, η Χιλή με το στρατιωτικό πραξικόπημα του Πινοτσέτ ( Σεπτ. του ’73), πολλές χώρες της Αφρικής (Κογκό, Αγκόλα, κλπ) και της Λατινικής Αμερικής, στις οποίες είχαν στείλει μισθοφόρους για ανατροπή των κυβερνήσεών τους. Κι ακόμα, ένα μήνα πριν το Πολυτεχνείο, τον Οκτ. του ’73, έγινε ο πόλεμος του Γιόμ Κιπούρ (Αίγυπτος και Συρία κατά του  Ισραήλ)  για την απελευθέρωση των εδαφών τους που είχε καταλάβει το Ισραήλ, και παραλίγο να οδηγήσει σε παγκόσμια σύρραξη ΗΠΑ-ΕΣΣΔ. Ήταν λοιπόν μια εξαιρετικά φορτισμένη περίοδος με εξεγέρσεις σε πολλές χώρες του κόσμου, ακόμα και στις ΗΠΑ για το Βιετνάμ. Το Πολυτεχνείο, μπορεί να πει κανείς, ήταν μέρος αυτών των εξεγέρσεων της παγκόσμιας νεολαίας,  που όπως και στο εξωτερικό, διακρίνονταν κυρίως για τον αυθορμητισμό, την ανοργανωσιά και την έλλειψη στρατηγικού στόχου, που οφείλονταν κυρίως στην πολυδιάσπαση του αριστερού χώρου διεθνώς, λόγω της εξάπλωση του αναθεωρητισμού και του αριστερισμού που πρόκυψαν από τα  σοβαρά λαθη του σοβιετικού ΚΚ και την κακοποιό δράση των δυτικών μυστικών υπηρεσιών. Στο Πολυτεχνείο, όπως και σε κάθε ανάλογο γεγονός της ιστορίας μας, δεν υπήρξε ούτε ενότητα, ούτε ομοφωνία μεταξύ των συμμετεχόντων. Το φοιτητικό κίνημα, από πλευράς Αριστεράς και ΚΚΕ, ειχε αποδυναμωθεί από τις συνεχείς συλλήψεις της χούντας. Παρά τις αντιξοότητες όμως, η Αντι-ΕΦΕΕ (φοιτητικός κλάδος της ΚΝΕ), είχε αξιοπρεπή παρουσία. Όμως, τα νέα αυτά παιδιά δεν είχαν εμπειρία διαχείρισης τόσο μεγάλων κινητοποιήσεων, και η καθοδήγηση από ανώτερα όργανα ήταν αδύνατη ή εξαιρετικά δύσκολη.   Τα γεγονότα εξελίσσονταν τόσο γρήγορα που δεν τους άφηναν περιθώρια να διαδώσουν και να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τις απόψεις τους, σχετικά με το χαρακτήρα που έπρεπε να δοθεί στην εξέγερση. Δηλαδή, η εξέγερση να μην τελειώσει με την ανατροπή της χούντας, αλλά να συνεχιστεί με στόχο την διαμόρφωση συνθηκών που δεν θα επέτρεπαν να διαδεχθεί τη χούντα  ένα κοινοβουλευτικό καθεστώς που θα διευκόλυνε πάλι την ξενοκρατία και θα υπηρετούσε τα ίδια συμφέροντα αλλά με δημοκρατικό μανδύα. Έτσι η Συντονιστική Επιτροπή, που τελικά κατάφεραν να συγκροτήσουν οι κύριες παρατάξεις (ΠΑΚ, ΡΗΓΑΣ, ΑΑΣΠΕ, Αντι-ΕΦΕΕ), εξέδωσε μια διακήρυξη για «εγκαθίδρυση λαϊκής κυριαρχίας, εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας από τα ξένα συμφέροντα που στηρίζουν την τυραννία στη χώρα μας», αποφασίζοντας πλειοψηφικά, την συνέχιση της κατάληψης του Πολυτεχνείου. Ωστόσο, χωρίς καμία προπαρασκευή, κανένα  σχεδιασμό για την βιωσιμότητά της και καμία πρόβλεψη για συνεννόηση και συντονισμό κινήσεων και συνθημάτων με τον σχετικά λίγο (για τον πληθυσμό της Αθήνας- εδώ είχε δίκιο ο Γκράμσι) κόσμο έξω από το Πολυτεχνείο, που διαδήλωνε κατά της χούντας. Από την άλλη, οι χουντικοί τρομοκρατημένοι, μήπως γενικευτεί και γίνει ανεξέλεγκτη η εξέγερση στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις, κατέβασαν στρατό και τάνκς, αποτρέποντας μια μεγάλη λαϊκή συμμετοχή που θα έδινε άλλη τροπή στα γεγονότα.  Επιλέχθηκε η  εισβολή του τάνκ που σήμανε, με άγριο τρόπο, το τέλος της τριήμερης εξέγερσης, αλλά και το τέλος της επιχειρούμενης «πολιτικοποίησης» της δικτατορίας  που προωθούσε ο Παπαδόπουλος με τον Μαρκεζίνη. Ο αρχηγός της ΕΣΑ, Ιωαννίδης, απομακρύνει και τους δύο, επιχειρεί την χουντοποίηση της Κύπρου και δίνει το πρόσχημα στα Μεμέτια να εισβάλουν στο Νησί για να το (τι τραγικό)  «απελευθερώσουν». Μετά την καταστροφή στην Κύπρο, η χούντα Ιωαννίδη καταρρέει και ανακαλείται ο εφεδρικός «σωτήρας», Κ. Καραμανλής από το Παρίσι, όπου ζούσε ως εξόριστος πολυτελείας, καθώς ήταν ο μόνος στον οποίο ειχαν εμπιστοσύνη οι ηγεσίες Αμερικής και Δ. Ευρώπης, ότι η Ελλάδα θα συνέχιζε να «ανήκει εις την Δύσιν». Και δεν έκαναν λάθος. Η Ελλάδα με τη ΝΔ, στη συνέχεια με το ΠΑΣΟΚ και τώρα ταχύτερα με τον ΣΥΡΙΖΑ, ενσωματώνεται όλο και πιο βαθιά στις οικονομικές και στρατιωτικές δομές της Δύσης, κινούμενη δηλαδή, σε κατεύθυνση εντελώς αντίθετη εκείνης για την οποία αγωνίστηκαν τα παιδιά του Πολυτεχνείου. Κι όμως οι αστοί πολιτικοί απατεώνες, χωρίς ίχνος ντροπής καταθέτουν στεφάνια στο Πολυτεχνείο, φοβούμενοι μήπως ιδιοποιηθούν την επέτειο οι κομμουνιστές, και πείσουν τον λαό να αγωνιστεί για την ανατροπή της σύγχρονης δικτατορίας των αγορών.

                                           Κ. Α. Αποστολόπουλος

                                    Δημοτικός σύμβουλος Μεσσήνης       


Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018


      


















  Ιστορική Συμφωνία ή Ιστορική εξαπάτηση;

Η λέξη Θεός για μένα δεν είναι παρά η έκφραση και το προϊόν των ανθρώπινων αδυναμιών. Και η Αγία Γραφή είναι μια συλλογή σεβαστών μεν μύθων, αλλά παρ’ όλα αυτά παιδιάστικων. Καμία ερμηνεία, όσο δεξιοτεχνική και αν είναι δεν θα το αλλάξει αυτό. Η θρησκεία δεν είναι παρά η ενσάρκωση μιας πρωτόγονης δεισιδαιμονίας. (Albert Eistein, Απρ. 1955) 

Τα ιερατεία του Ιουδαϊσμού, Χριστιανισμού και Μουσουλμανισμού, των τριών μεγαλύτερων, εξ αποκαλύψεως, θρησκειών του κόσμου έχουν προκαλέσει και τα μεγαλύτερα δεινά στην ανθρωπότητα τα τελευταία τρεις χιλιάδες χρόνια. Καλλιέργησαν την μισαλλοδοξία και το μίσος μεταξύ των ανθρώπων αντί της συμφιλίωσης και της αδελφοσύνης. Προκάλεσαν ή ευλόγησαν τους πιο καταστρεπτικούς πολέμους και είναι υπεύθυνα για εκατομμύρια θανάτων, βασανισμών κι  εκτοπίσεις αντιφρονούντων.  Οι πιστοί τους γίνονται εχθροί, γιατί έτυχε να γεννηθούν σε διαφορετικά μέρη όπου οι «επικρατούσες» θρησκείες πρεσβεύουν διαφορετικούς θεούς,  τα ιερατεία των οποίων, για να θωρακίσουν την εξουσία και τα προνόμιά τους, στήριζαν και στηρίζουν μέχρι θανάτου την «αλήθεια» του μοναδικού τους Θεού, κατασκευάζοντας ισχυρούς εξουσιαστικούς μηχανισμούς. Στην Ελλάδα για παράδειγμα, η δημιουργία ενός τέτοιου τεράστιου μηχανισμού, συνοδεύτηκε από ένα σύστημα ελέγχου, κατήχησης  και επιβολής του «θεόπνευστου» λόγου του, τα οποία κατοχυρώνονται μέσα από τον υπέρτατο νόμο του κράτους, το Σύνταγμα. Έτσι θεσμοποιήθηκε ένας συμπληρωματικός, του κρατικού, εξουσιαστικός μηχανισμός - με τη σύζευξη πολιτικής κι εκκλησιαστικής εξουσίας - που αναβαθμίζει την ορθοδοξία σε συντελεστή εθνικής ιδεολογίας. Φθάσαμε σταδιακά στο σημείο, να θεωρούμε ότι η «ελληνικότητα» του Έλληνα συναρτάται άμεσα με την πίστη του στην Ορθοδοξία. Οι υψηλόβαθμοι ρασοφόροι συνομιλητές του Θεού, ως αυτόκλητοι εκπρόσωποί του επί της γης, δεν αρκούνται στο βασικό τους έργο που είναι  η δια της προσευχής στροφή της προσοχής του Θεού και των Αγίων  προς το ποίμνιό τους. Έχουν και άλλες πιο σοβαρές μάλιστα ασχολίες που σχετίζονται με την πολυπληθή ισχυρή κοινωνική-επαγγελματική τάξη που έχουν δημιουργήσει και λειτουργεί κατά τα κρατικά διοικητικά πρότυπα με πολιτικές και οικονομικές προεκτάσεις.

 ΔΕΝ ΘΑ ΗΤΑΝ υπερβολή να πούμε ότι συγκρότησαν μια Εκκλησία που εξελίχθηκε κυρίως σε μια τεράστια καπιταλιστική επιχείρηση, με ποικίλες οικονομικές δραστηριότητες που καλύπτονται από ένα αδιαφανές πλέγμα άνω των 10.000 ΝΠΔΔ (μητροπόλεις, ναοί, μονές, προσκυνήματα, ιδρύματα, κληροδοτήματα κ.ά), το καθένα με δική του ανεξάρτητη οικονομική διαχείριση. Εκεί κρύβεται τόσο αποτελεσματικά η εκκλησιαστική περιουσία, ώστε ούτε και η ίδια η κεντρική διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος μπορεί να έχει πλήρη εικόνα για την πραγματική περιουσία των μητροπόλεων και κυρίως της ανυπολόγιστης και αμύθητης περιουσίας των 2.500 μοναστηριών που εκτιμάται στα 3 περίπου τρις ευρώ. Με συνέπεια, η καταμέτρηση του μεγέθους και η εκτίμηση της αξίας της εκκλησιαστικής περιουσίας να είναι ουσιαστικά ανέφικτες, όσες μικτές επιτροπές εκκλησίας –κράτους κι αν συγκροτηθούν. Σήμερα, υπολογίζουν την συνολική έκταση των εκκλησιαστικών γαιών σε 1.300.000 στρέμματα, με τίτλους ιδιοκτησίας από Βυζαντινούς αυτοκράτορες, φετφάδες Σουλτάνων και δωρεές πιστών, δηλαδή με νομικά αίολους τίτλους στην πλειοψηφία τους. Αλλά υπάρχουν και 400.000 περίπου στρέμματα που χαρακτηρίζονται ως «διακατεχόμενα», διότι γι αυτές τις εκτάσεις δεν υπάρχουν καν τίτλοι ιδιοκτησίας και οι Τσιπραίοι πρότειναν στο ιερατείο την εξίσου μοιρασιά με το κράτος. Η εκκλησία της Ελλάδος έχει συστήσει δύο εταιρείες (ΑΕ), μία  για την διαχείριση της περιουσίας της και μία για την διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων που ανέρχονται σε αρκετά εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Η  ΕΕ χρηματοδοτώντας τα ανά την Ευρώπη χριστιανικά, και όχι μόνο, Ιερατεία, δεν εξασφαλίζει μόνο την ανοχή και τη σιωπή τους στους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς των Βρυξελλών, αλλά αντίθετα, την προβολή τους ως θετικών στο ευρύ ποίμνιο. Κι επειδή διακαής πόθος της συμμορίας των δανειστών μας είναι να αρπάξουν όσο μεγαλύτερο μέρος και  της εκκλησιαστικής περιουσίας μπορούν, «χρυσώνουν» το ιερατείο ώστε να μην αντιδράσει στη μεταβίβαση της εκκλησιαστικής περιουσίας στο Υπερταμείο, προκειμένου να ξεπουληθεί στους γνωστούς ντόπιους και ξένους «επενδυτές». Κάτι που δυστυχώς δρομολογείται με την νέα απάτη της «διευθέτησης της ιστορικής εκκρεμότητας» από τις κλίκες Τσίπρα-Ιερώνυμου. Γι αυτό άλλωστε οι συζητήσεις μεταξύ των δύο μερών για τη «διευθέτηση»  διεξήγοντο επί τρεις μήνες εν κρυπτώ. Η Ευρωπαϊκή μαφία γνωρίζει ότι στις πηγές εσόδων της Εκκλησίας συγκαταλέγονται τα παγκάρια των ναών, η πολύ κερδοφόρα περιφορά αγίων λειψάνων, η αγοραπωλησία ή ενοικίαση οικοπέδων, ακινήτων, δασών, λιμνών, τεραστίων εκτάσεων καλλιεργήσιμης- και μη- γης, η ύπαρξη ΜΚΟ (π.χ η αμαρτωλή «Αλληλεγγύη», που καταχράστηκε το μεγαλύτερο μέρος των 123 εκατ. ευρώ το διάστημα 2002-2006 και μετονομάστηκε σε «Αποστολή» και «Αγάπη») για «κοινωνικούς και ανθρωπιστικούς σκοπούς», τα αγιογραφικά εργαστήρια, βιβλιοπωλεία, κηροπλαστεία, μονάδες παραγωγής εκκλησιαστικού υλικού, ραδιοφωνικοί σταθμοί,  καθώς (το χειρότερο) η κατοχή εκατομμυρίων τραπεζικών μετοχών, κυρίως της ΕΤΕ, που τζογάρονται στο Χρηματιστήριο. Η τελευταία αυτή δραστηριότητα,  που βέβαια εκφεύγει εντελώς από την υποτιθέμενη θεία ενασχόληση των δεσποτάδων της Ιεραρχίας, ήταν εκείνη που έδωσε ισχυρό πλήγμα στα έσοδα της εκκλησίας, καθώς οι ντόπιοι τραπεζίτες σε συνεννόηση με τα  διεθνή κερδοσκοπικά Funds - αρπακτικά καταλήστεψαν στη διάρκεια της μνημονιακής «σωτηρίας», τις «ελληνικές» τράπεζες, εξανεμίζοντας την αξία των μετοχών τους. Ο συνδυασμός άγνοιας, πλεονεξίας και πάθους για γρήγορο πλουτισμό- έννοιες αντίθετες με την χριστιανική διδασκαλία- που διακατέχει τους περισσότερους των δεσποτάδων και ειδικότερα του επιτελείου του Ιερώνυμου, έφερε  οικονομική καταστροφή  δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ στην Εκκλησία, που βάθυνε -λόγω της κρίσης-και με την μείωση των ενοικίων, της αξίας των ακινήτων της και της διαβλητής διαχείρισης.  Οι, κατ’όνομα, σεβάσμιοι Ιεράρχες του Χριστιανισμού έχουν ξεχάσει, ήδη από τα χρόνια του Βυζαντίου, την αποκήρυξη του πλουτισμού από τον Χριστό, αφού γοητεύτηκαν και προσκύνησαν τον Μαμμωνά. Καλυπτόμενοι δε κάτω από το Σχήμα τους, λειτουργούν ως μάνατζερ  εκείνου που μετέτρεψαν στην μεγαλύτερη εταιρεία της χώρας, την  «Εκκλησία ΑΕ». Έδωσαν έτσι το δικαίωμα στα ευρωατλαντικά αρπακτικά κεφάλαια, να την βλέπουν σαν ένα από τα λάφυρα μιας υπό εποπτεία χρεοκοπημένης χώρας. Άρα, και οι υπάλληλοί της, που είναι οι 10.000 απλοί κληρικοί, θα υποστούν ανάλογη μεταχείριση  με αυτή των εργαζομένων σε μια οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση στη μνημονιακή εποχή. Μειώσεις μισθών, όχι προσλήψεις, ελαστικοποίηση εργασίας κλπ. Συνεπώς οι συνδικαλιστές τους στον ΙΣΚΕ (Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλάδος), με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις, πρέπει να οργανώσουν κινητοποιήσεις, όχι τόσο οικονομικού περιεχομένου, αλλά με κύριο στόχο το χτύπημα της δεσποτοκρατίας. Π.χ, να καταργηθεί η ισοβιότητα στα αξιώματα της ιεραρχίας, οι ιεράρχες να εκλέγονται όχι από τους ίδιους αλλά από τους κληρικούς και τους ενορίτες τους, οι απολαβές τους να διαφέρουν λίγο από εκείνες των κληρικών, να μην διαμένουν σε πολυτελείς κατοικίες, να μην ασκούν  απόλυτη εξουσία στις μητροπόλεις τους. Και κυρίως να αλλάξει ο τρόπος και οι μέθοδοι λειτουργίας και των ιεραρχών και του κλήρου. Από την αυταρχική κατήχηση, την πρωτόγονη τρομοκράτηση για κολάσεις, βασανιστήρια και μετάνοιες, την διαρκή προσπάθεια για εμφύτευση ενοχών στο ποίμνιο, ας αποτολμήσουν επί τέλους την διδασκαλία και το διάλογο.  Εχθρός όλων μας, πιστών και απίστων, είναι το μεγάλο κεφάλαιο που αναγνωρίζει μόνο το χρήμα και το κέρδος. Που θέλει τους λαούς γονατιστούς, να μην εμπιστεύονται τη δύναμή τους, να ψάχνουν συνεχώς για σωτήρες περιμένοντας ένα «θαύμα» για να σωθούν. Μόνο ενωμένοι μπορούμε να το συντρίψουμε.

                                                      Κ.Α. Αποστολόπουλος

                                         Δημοτικός σύμβουλος Μεσσήνης